Ποιητικούς,μουσικούς...χαρταετούς της φαντασίας,της παιδικής αθωότητας και των ονείρων...
Στους χαρταετούς που πέταξαν πολύ ψηλά και μοιάζουν σαν να χάθηκαν για πάντα...
![]() |
"Οι χαρταετοί"Γ.Βέλλη |
Χ
Οδ.Ελύτης
Ό,τι μπόρεσα ν΄αποχτήσω μια ζωή,από πράξεις ορατές
για όλους,επομένως να κερδίσω την ίδια μου διαφάνεια,το
χρωστώ σ΄ένα είδος ειδικού θάρρους που μου΄δωκεν η Ποίη-
ση:να γίνομαι άνεμος για τον χαρταετό και χαρταετός για
τον άνεμο,ακόμη και όταν ουρανός δεν υπάρχει.
(Απόσπασμα)Οδ.Ελύτης
Ό,τι μπόρεσα ν΄αποχτήσω μια ζωή,από πράξεις ορατές
για όλους,επομένως να κερδίσω την ίδια μου διαφάνεια,το
χρωστώ σ΄ένα είδος ειδικού θάρρους που μου΄δωκεν η Ποίη-
ση:να γίνομαι άνεμος για τον χαρταετό και χαρταετός για
τον άνεμο,ακόμη και όταν ουρανός δεν υπάρχει.
(Οδ.Ελύτης,Ο μικρός ναυτίλος,Εκδ.Ίκαρος)
****
Οδ.Ελύτης
Κι όμως ήμουν πλασμένη για χαρταετός.
Τα ύψη μου άρεσαν ακόμη και όταν
έμενα στο προσκέφαλο μου μπρούμυτα
τιμωρημένη
ώρες και ώρες.
Ένιωθα το δωμάτιό μου ανέβαινε
-δεν ονειρευόμουν- ανέβαινε
φοβόμουνα και μου άρεσε.
Ήταν εκείνο που έβλεπα πως να το πω
κάτι σαν την "ανάμνηση του μέλλοντος"
όλο δέντρα που έφευγαν βουνά που άλλαζαν όψη
....
Άνθρωποι μ’ ελαφρές ομπρέλες περνούσανε λοξά
και μου χαμογελουσανε·
κάποτε μου χτυπούσανε στο τζάμι:"δεσποινίς"
φοβόμουνα και μου άρεσε.
Ήταν οι "πάνω άνθρωποι" έτσι τους έλεγα
δεν ήταν σαν τους "κάτω"·
είχανε γενειάδες και πολλοί κρατούσανε στο χέρι
μια γαρδένια
μερικοί μισάνοιγαν την μπαλκονόπορτα
και μου' βαζαν αλλόκοτους δίσκους στο πικ-άπ.
Ήταν θυμάμαι " Ή Άννέτα με τα σάνταλα"
" Ό Γκέυζερ της Σπιτσβέργης"
το "Φρούτο δεν εδαγκώσαμε Μάης δεν θα μας έρθει"
(ναι θυμάμαι και άλλα)
το ξαναλέω — δεν ονειρευόμουν
αίφνης εκείνο το "Μισάνοιξε το ρούχο σου κι έχω πουλί
για σένα"
Μου το ‘χε φέρει ο Ίππότης-ποδηλάτης
μια μέρα που καθόμουνα κι έκανα πώς εδιάβαζα
το ποδήλατό του με άκρα προσοχή
το΄χε ακουμπήσει πλάι στο κρεβάτι μου·
υστέρα τράβηξε τον σπάγκο κι εγώ κολπώνομουν μες στον
αέρα
φέγγανε τα χρωματιστά μου εσώρουχα
κοίταζα πόσο διάφανοι γίνονται κείνοι που αγαπούνε
τροπικά φρούτα και μαντίλια μακρινής ηπείρου·
φοβόμουνα και μου άρεσε
το δωμάτιό μου ανέβαινε
ή εγώ — δεν το κατάλαβα ποτέ μου.
Είμαι από πορσελάνη και μαγνόλια
το χέρι μου κατάγεται από τους πανάρχαιους Ίνκας
ξεγλιστράω ανάμεσα στις πόρτες όπως
ένας απειροελάχιστος σεισμός
που τον νιώθουν μονάχα οι σκύλοι καί τα νήπια·
δεοντολογικά θα πρέπει να είμαι τέρας
και όμως η εναντίωση
αείποτε μ’ έθρεψε και αυτό εναπόκειται
σ’ εκείνους με το μυτερό καπέλο
που συνομιλούν κρυφά με τη μητέρα μου
τις νύχτες να το κρίνουν.Κάποτε
η φωνή της σάλπιγγας από τους μακρινούς στρατώνες
με ξετύλιγε σαν σερπαντίνα και όλοι γύρω μου
χειροκροτούσαν-απιστεύτων χρόνων θραύσματα
μετέωρα όλα.
Στο λουτρό από δίπλα οι βρύσες ανοιχτές
μπρούμυτα στο προσκέφαλό μου
θωρούσα τις πηγές με το άσπιλο λευκό που με πιτσίλιζαν·
τι ωραία Θεέ μου τι ωραία
χάμου στο χώμα ποδοπατημένη
να κρατάω ακόμη μες στα μάτια μου
ένα τέτοιο μακρινό του παρελθόντος πένθος.
(Οδ. Ελύτης, Μαρία Νεφέλη,Εκδ. Ίκαρος)
****
****
«Οι χαρταετοί»
Ανδρέας Εμπειρίκος
Σε ορισμένους τόπους ονομάζουν τα χέρια χέρες. Στα Ακρο-
κεραύνεια πετούν γυπαετοί. Στις πανωσιές σουρώνει η θάλασ-
σα και αναγαλλιάζει. Στις ανοικτές πλατείες τα παιδιά πε-
τούν το Μάρτη χρωματιστούς αετούς από χαρτί.
Κόκκινοι, πράσινοι, κίτρινοι και κάποτε γαλάζιοι, οι
Χάρτινοι αετοί λυσίκομοι και με μακριές ουρές, πετούν επάνω
Από την πόλη, όπως επάνω από την φτέρη των υψηλών βου-
νών οι αετοί.
Εκστατικά υψώνουν τα παιδιά τα χέρια. Δείχνουν τους
χάρτινους κομήτες με τις μακριές ουρές. Ουράνιοι δράκοι
πιο ψηλά τα αεροπλάνα, βροντούν και γράφουν στο στερέω-
μα με άσπρους καπνούς τις λέξεις:
ΚΑΛΑ ΛΕΟΝΑ ΝΟΛΑ ΠΥ.
Είναι η ώρα κάτασπρη, η έκστασις γαλάζια. Η πόλις
αχνίζει από ηδονή. Κουνούν τις χέρες τα παιδιά και, ακόμα,
από τα στόματά των πηδούν σαν πίδακες οι λέξεις:
ΚΑΛΑ ΛΕΟΝΑ ΝΟΛΑ ΠΥ.
(Α. Εμπειρίκος, Οκτάνα, Εκδ. Ίκαρος)
****
![]() | ||
Α. Φασιανός |
"Χαρταετός",στίχοι και μουσική:Μανώλης Φάμελος,ερμηνεία:Τάνια Τσανακλίδου
Κι ένα ορχηστικό του Μ.Θεοδωράκη.Οι χαρταετοί της ελπίδας...
(Σημ.Οι φωτό από εδώ)