23 Ιουλ 2010

To Laptop,διήγημα

Έργο του Γιώργου Κοτσώνη
Μέρα αποκατάστασης της Δημοκρατίας στην Ελλάδα σήμερα!
"Κουράγιο,μικροκόρη μας, που μας εγίνης μάνα,
ύμνος και θρήνος της ζωής κι ανάστασης καμπάνα"
,έγραφε τότε, από το Καρλόβασι της Σάμου, ο Γιάννης Ρίτσος.
Η Κύπρος ζούσε τις μέρες εκείνες το δράμα της εισβολής κι η χούντα κατέρρεε "αμαχητί",αφού το έγκλημα είχε πια συντελεστεί.

 Το διήγημα "To Laptop" του Αίγιστου Νικολάου(ψευδώνυμο) γράφτηκε το 2004,δεν δημοσιεύτηκε ποτέ και ευχαριστώ τον συγγραφέα του που μου το εμπιστεύτηκε.Ο συγγραφέας, πρωτοετής φοιτητής τότε,το 1974,όπως και όλοι οι πρωταγωνιστές του, καταγράφει τα γεγονότα της εισβολής σε ένα αδημοσίευτο(ακόμα) μυθιστόρημα που, κατά τη γνώμη μου,πέρα από τη λογοτεχνική του αξία,θα αποτελέσει και μια σημαντική κατάθεση για τα γεγονότα της περιόδου, αν πειστεί κάποια στιγμή να το εκδώσει.Οι "ήρωες" ,πολέμησαν όλοι στην πρώτη γραμμή όταν η πατρίδα τους κάλεσε,κινδύνευσαν,έζησαν τη φρίκη του πολέμου και της προδοσίας,ωρίμασαν εκείνο το μαύρο καλοκαίρι και από τότε η ζωή τους άλλαξε.Σήμερα, επιτυχημένοι οι περισσότεροι, με οικονομικό και κοινωνικό εκτόπισμα,επιστήμονες.Ωστόσο,τέτοιες μέρες θυμούνται ξανά, πάνε χρόνια πίσω, στον καιρό της αθωότητας και του ονείρου και άθελά τους συγκρίνουν με το παρόν.Το παρόν του βολέματος,των συμβιβασμών,του εφησυχασμού και της ρουτίνας...
(Αίγιστε,σ΄ευχαριστώ που μου εμπιστεύτηκες το κείμενό σου).
Εύα Νεοκλέους
***********



To Laptop

Έτσι στο πι και φι, έγινα ιδιοκτήτης ενός Laptop.
Απλά το σκέφτεσαι σήμερα, το αγοράζεις αύριο.
Περασμένες ξεχασμένες οι παλιές εποχές, οι στενές, οι δύσκολες, οι πιεστικές, της μιζέριας, της δόξας και του φιλότιμου. Ή μήπως και δεν είναι ακριβώς έτσι. Θα δείξει.

Και λοιπόν, η ανθρωπότητα έχασε ένα κιθαρίστα, δεν θα άντεχε να χάσει και ένα συγγραφέα μέσα σε μια γενιά.
Ήμουν δεκατεσσάρων, ξέρετε η ηλικία με το χνουδωτό μουστακάκι, τα πολλά σπυριά και τα πολλά, πάρα πολλά όνειρα. Τότες που η φαντασία ταξιδεύει με την ταχύτητα του φωτός και δεν έχει πρόβλημα να επισκεφθεί, από την παρακάτω συνοικία, μέχρι τους πιο μακρινούς γαλαξίες.

Μέλος του φωτογραφικού club, έβλεπα τον εαυτό μου μεγάλο φωτογράφο, να φωτογραφίζει τα γεγονότα της δεκαετίας. Οι μηχανές του club και η δικιά μου, προς το παρόν, θα μπορούσαν να καλύψουν τα γεγονότα της συνοικίας.
Και τότε να η μεγάλη στροφή. Αποφάσισα να γίνω κιθαρίστας, ο πρώτος και ανεπανάληπτος.
Η αγορά της κιθάρας έγινε αστραπιαία. Η συνταγή ήταν απλή. Διαλέγεις την πιο φθηνή, την πιο χαμηλών προδιαγραφών που συνάδουν με το χαρτζιλίκι σου και προχωράς. Ένας Elvis Presley θα μπορούσε να πετύχει, ακόμα κι έτσι, εγώ ο φωτογράφος, ο εξερευνητής, ο σκακίστας, απέτυχα παταγωδώς. Έμαθα φυσικά να παίζω το My Lady Dabalvin. Ένα μελωδικό τραγουδάκι, στο κάπως έτσι.
My lady Dabalvin why do you see so still, remind me my lady, κλπ.
Τώρα τα πράγματα έχουν αλλάξει άρδην.
Μπορεί η τραγωδία της απώλειας του κιθαρίστα να αιωρείται, αλλά η δημιουργία του συγγραφέα πήρε το δρόμο της χωρίς εμπόδια και αναστολές. Μπορεί τα ράσα να μην κάνουν τον παπά, αλλά το Laptop κάνει την διαφορά.
Κάποιας ηλικίας τώρα, συμβιβασμένος, πετυχημένος, με  ISO , ευπρεπής, ευπροσήγορος, αξιοπρεπής, έχω το φορητό κομπιουτεράκι πάντα μαζί μου. Όπως ο συγγραφέας της προηγούμενης εποχής, είχε το στυλό και το χαρτί.
Στο αυτοκίνητο, στην παραλία, στο καφενείο του χωριού με τον καφετζή να νομίζει ότι είμαι υπάλληλος στο ΦΠΑ.
Έτοιμος, αποφασισμένος να καταγράψω τα γεγονότα, αειθαλής, σκληρός, ακριβοδίκαιος, περιεκτικός.

Κάθομαι στο αγαπημένο μέρος, την παραλία του Άι Γιώργη του Αλαμάνου, Γενάρης και ο χειμώνας εναλλάσσεται με το καλοκαίρι μέσα σε 48 ώρες. Και εγώ εκεί, να καταγράφω τα γεγονότα. Μέσα στα μαύρα κύματα της τρικυμίας, μαύρα στην κυριολεξία, φτάνει να τα βλέπεις μέσα από το αρνητικό φιλμ της ψηφιακής κάμερας. Μέσα στην άβυσσο του σκότους, της χαμένης μας νιότης.
Έτσι χωρίς πρόγραμμα, συγγραφέας, πρώην κιθαρίστας, σκακίστας, φωτογράφος, αφουγκραστής.
Να καταγράφω τα γεγονότα σε ψηφιακή μορφή, μαζί με το ρεύμα των καιρών, την αγωνία της δικής μας γενιάς.
Της γενιάς που πρόδωσε και προδόθηκε, που πίστεψε σε ιδανικά, ωραιοποίησε καταστάσεις, ονειρεύτηκε και στο τέλος έμεινε κυριολεκτικά σύξυλη, να χάσκει με απορία.
Είναι δυνατόν να πέσαμε τόσο έξω; Να την έχουμε πατήσει τόσο Να μας κορόιδεψαν σε τέτοιο σημείο…
Κι όμως το έξυπνο πουλί από τη μύτη πιάνεται.

Ωραίοι, συμβιβασμένοι, μεσήλικες του κερατά, ακόμα να ψαχνόμαστε, αιώνιοι έφηβοι,ερωτίλοι, αιθεροβάμονες.
Στυλοβάτες μιας ακμάζουσας οικονομίας, ντεβέλοπερς, έμποροι, εισαγωγείς, κοιμόμαστε ήσυχοι τα βράδια αγκαλιά με τις ωραίες μας συζύγους και ευκαιριακά με τις πιο ωραίες μας φιλενάδες.
Τα βράδια της αϋπνίας ολοένα και γίνονται πιο λίγα. Οι ενοχές όλο και ξεθωριάζουν. Γιατί όλοι μαζί και ο καθένας ξεχωριστά, ξέρουμε ότι τα χρόνια αυτά τα δανεικά τα καταχραστήκαμε από κάπου.

Κοιτάζω τον Αντρέα, με την τεράστια κοιλιά που έχει κρεμάσει και θυμούμαι τον εικοσάρη έφηβο, η ζώνη σφικτή κάργα στη μέση και το κοτοπουλάκι κρυμμένο μέσα στο στρατιωτικό χιτώνιο.
Είναι οι μνήμες τόσο ζωντανές, τίποτε δεν έχει χαθεί, λες και πεισματικά οι αναμνήσεις του χρέους είναι εκεί και περιμένουν. Υπομονετικά, στωικά, με καρτερία, βασανιστικά, να αποτυπωθούν στο χαρτί, έστω να φωτογραφηθούν στα  3.6 μεγαπίξελς.
Λες και είναι ζωντανοί οργανισμοί με ικανότητα εξέλιξης. Με την ανάγκη να μεταφέρουν την γνώση στην επόμενη γενιά, να την πληροφορήσουν, να την ενημερώσουν, να παραδώσουν το χρέος.
Έτσι για να μην την πάθει κι αυτή τα ίδια.. Να δημιουργήσει άμυνες, υποθήκες, οράματα. Και να κατανοήσει. Έτσι όπως εμείς δεν κατανοήσαμε ποτέ τους πατεράδες μας.
Ούτε θελήσαμε ποτέ να ακούσουμε ιστορίες με πείνα, φόβο, αρρώστια, κρύο.
Αφήσαμε την ευκαιρία να χαθεί γιατί χάθηκε η συνέχεια.
Δεν μας ωρίμασαν οι εμπειρίες τους και χάθηκε η διδακτέα ύλη μιας ολόκληρης γενιάς. Κρίμα.

Ταξίδι στο χρόνο, φωτογραφικό. Τριάντα χρόνια πριν. Και όμως είναι σαν να είναι χθες. Φέρνεις τη ζωή σου πίσω καρέ καρέ και η κάθε φωτογραφία έχει την δική της, μεγάλη αξία.

Αντρέα, τριάντα χρόνια μετά, είμαι περήφανος για εκείνο το ξερακιανό, το σχεδόν αμούστακο παλικαράκι.
Ήταν κάτω από τις πορτοκαλιές της Μόρφου, Ιούλιος του 1974 που μας βρήκε η Τουρκική αεροπορία, μαζεμένους σαν μπουλούκι, και μας βομβάρδισε ανελέητα.
Θυμάμαι ακόμα τον Τούρκο πιλότο, που πετούσε τόσο χαμηλά, ανενόχλητος, σαν γεράκι, που κυνηγάει την λεία του.
Μια ναπάλμ είχε σκάσει λίγα μέτρα δίπλα μας και μαζί με τα χρώματα του ουρανού, που ετοιμαζόταν να σουρουπώσει μας θύμισε, ότι ναι, υπάρχει κόλαση και η ανταύγειά της στη γη, θα ήταν κάπως έτσι.
Σκοτείνιασε και τα αεροπλάνα έφυγαν. Και άφησαν πίσω τους πολλούς ζωντανούς νεκρούς. Γιατί όλοι εμείς τότε αφήσαμε ένα μέρος του εαυτού μας εκεί.
Προδομένοι, άοπλοι, χωρίς ηθικό, συγχυσμένοι, πήραμε τα πόδια μας, φορτώσαμε στα φορτηγά ό,τι απέμεινε και συνεχίσαμε να υποχωρούμε.

Τριάντα ακριβώς χρόνια μετά, ψάχνω για μια ηρωική πράξη, έτσι για την τιμή των όπλων.
Και η φωτογραφία είναι εκεί για να προσφέρει την κάθαρση.
Ο Ανδρέας με το κοτοπουλάκι στον κόρφο του, απορημένο, να δέχεται τη ζεστασιά του ανθρώπινου κορμιού. Αλαφιασμένα τα ζώα δεν καταλάβαιναν από εισβολές και πραξικοπήματα.

Θυμάμαι τον βοήθησα να ανέβει στο φορτηγό. Δεν μιλούσαμε, υπήρχε μια βουβαμάρα, μια παγωνιά κι ας ήτανε Ιούλιος. Τον ρώτησα με νοήματα πού είναι το όπλο του, ήταν σαστισμένος, η ομάδα του είχε αλλάξει θέση την τελευταία στιγμή.
Δέκα εικοσάχρονα παιδιά είχαν διαταχθεί να αλλάξουν θέση την τελευταία στιγμή. Μετακινηθείτε από τον περίβολο της εκκλησίας πάραυτα, είχε πει ο λοχαγός, γιατί δίνεται στόχο. Τριάντα μέτρα πιο πέρα, ήταν αρκετά, διαφορετικά θα είχαμε τραγωδία.
Σαστισμένος μου έδειξε, εδώ. Το κόρφο του. Ο τυφεκιοφόρος Αντρέας Αγαθάγγελος, είχε μετατραπεί σε ένα στρατιώτη της ειρήνης.

Τριάντα χρόνια μετά, ανατρέχοντας πίσω, βρίσκω τα θετικά της ήττας, της ταπείνωσης, του εξευτελισμού.
Δεν χάσαμε την ανθρωπιά μας, δεν μας κυρίεψε η αλαζονία του νικητή.
Κρύψαμε τον πόνο, κατάπιαμε την περηφάνια, γλύψαμε τις πληγές, επιβιώσαμε.
Ξέραμε ότι εκείνο το απόγευμα δεν έπρεπε να υποχωρήσουμε.
Δικαιολογίες μύριες.
Τα όπλα, η προδοσία, ο αντίπαλος, η κακή μας μοίρα, το σαράκι της φυλής.

Η δική μας η γενιά ξέρει. Εκείνο το απόγευμα ήταν σημαντικό. Δεν έπρεπε να κάνουμε πίσω.
Αναδίπλωση, υποχώρηση, τακτικές, σχεδιασμοί, στρατηγική.

Έπρεπε να κράταγες το χέρι της αγαπημένης, εκείνο το απόγευμα το τόσο σημαντικό, ανάμεσα στις φυλλωσιές των δέντρων, που όπως τις αντίκριζε ο ήλιος τις έκανε να φαίνονται χρυσές.
Λόγια του ποιητή ερωτικά, που μοιραία, τυχαία, ειρωνικά ταιριάζουν στην περίπτωσή μας.

Εκείνο το απόγευμα ήταν σημαντικό, σημαδιακό.
Ξέραμε ότι έπρεπε να μείνουμε εκεί. Πέρα από λογικές, σχεδιασμούς, ισοζύγια. Έτσι απλά για να μας γράψει η ιστορία, να στήνονται ανδριάντες, να εκφωνούνται λόγοι στις επετείους.
Έτσι για να αφήσουμε κάτι στα παιδιά, απλά για το μάθημα της ιστορίας.


Με την ψηφιακή καταγραφή,λοιπόν, των γεγονότων τελειώνει ακόμη, μια μέρα.
Το Laptop, ο κιθαρίστας και ο αποχαιρετισμός στα όπλα σμίγουν μαζί, αταίριαστα και ταυτόχρονα τόσο ταιριαστά…

Το πως η ζωή μας έχει γίνει μια ρώσικη ρουλέτα, είναι δύσκολο να εξηγηθεί.
Μπορεί να μείνει σαν ένα αίνιγμα για τον ιστορικό του μέλλοντος. Μπορεί να αναλυθεί από ειδικούς και επαΐοντες του χώρου.
Το σίγουρο είναι ότι το κενό που έμεινε μέσα μας δεν θα κλείσει ποτέ. Τουλάχιστον όσο διαρκεί αυτός ο βιολογικός κύκλος.

Έτσι, μπορεί επομένως, να εξηγήσει κάποιος το πείσμα μας να βρισκόμαστε, τουλάχιστον κάθε χρόνο, από τότες, σύντροφοι του πουθενά και να τα πίνουμε στην υγεία του κανενός.

Πενηντάρηδες τώρα, εφησυχασμένοι, αναπολούμε μερικές φορές τα παλιά, ξώφαλτσα, επιφανειακά, ξύνοντας τις φλούδες, ποτέ την καρδιά.
Αραιά και που σας ακούω που λέτε, τους γελάσαμε, τριάντα χρόνια.
Με τις κοιλίτσες, τα προγούλια, τα ρυτιδωμένα μέτωπα.
Τους γελάσαμε, ας είναι καλά ο λοχαγός.

Αλήθεια, ποτέ δεν θα καταλάβω αν τελικά είμαστε οι τυχεροί.
Μπορεί η αλήθεια να κρύβεται σε κείνο το μακρόσυρτο, ανόητο, τραγούδι.
My lady Dabalvin.

Αίγιστος Νικολάου

5 σχόλια:

stalamatia είπε...

Γιατί να μη ξύσουμε πιο βαθιά τη φλούδα και ας πεταχτεί το ζουμί στα μάτια και ας τρέξουνε τα δάκρυα για όσα ζήσαμε τότε που τελειωμό δεν έχουν.To απαιτούν και οι πορτοκαλιές στη Μόρφου που πολλές φορές κρυφτήκαμε από κάτω μην τύχει και μας δει ο πιλότος από τα βομβαρδιστικά.

Ανώνυμος είπε...

Εξαιρετικό το διήγημα.
Συγχαρητήρια στον Αίγιστο!

Νίκος Ε. Νεοκλέους είπε...

"Η δική μας η γενιά ξέρει. Εκείνο το απόγευμα ήταν σημαντικό. Δεν έπρεπε να κάνουμε πίσω."
....

Ίσως φίλε μου να έχεις ξεχάσει πως εκείνη τη μέρα πριν ακόμα χαράξει το φως , εκεί στο κήπο της Μόρφου, μας είχε φωνάξει ο διοικητής όλους τους αξιωματικούς και μας έδωσε το σχέδιο δράσης: Επιβράνδυση του εχθρού, [αναδίπλωση λέγανε τότε την υποχώρηση] και τελικός προορισμός οι πρόποδες του Τροόδους! Κάπου εκεί στη Βυζακιά - Νικητάρι. Όπως και έγινε!

Συγχαρητήρια. Πολύ καλό. Συνέχισε να γράφεις.

Και γιατί να μην το εκδώσεις δηλαδή το βιβλίο σου Αίγιστε;

Θερσίτης είπε...

Καλησπέρα, Εὐα, από τη ζεστή Αθήνα. Εσύ μπορείς να μιλάς για την 24 Ιουλίου. Εμείς δυσκολευόμαστε, γιατί τα κλάματα εκείνης της νύχτας και η έξαρση έχουν οδηγηθεί σήμερα σε ένα τέλμα πολυκομματικό και πολυαδύναμο. Σρερήσαμε από τη νέα γενιά μας εμείς οι Ελλαδίτες το όραμα. Φευ!

Eva Neocleous είπε...

Σταλαματιά μου,
δίκιο έχεις.Εκείνο το καλοκαίρι τραυμάτισε ανεπανόρθωτα τον τόπο μας.Κι εσύ, που έζησες τη φρίκη του πολέμου και τη δοκιμασία της προσφυγιάς,το ξέρεις πολύ καλά.
Κουράγιο,δύναμη κι ελπίδα...
(Είδα την ανάρτησή σου,συγκλονιστική και ακαριαία αφήγηση).

Ανώνυμε,
χαίρομαι που σου άρεσε.

Νικόλα μου,
"αναδίπλωση,υποχώρηση,παράδοση...".
Εσείς, όχι μόνο δικαιούστε αλλά κι επιβάλλεται να μιλάτε.Αυτές οι μαρτυρίες είναι πολύτιμες για τη σύνθεση και καταγραφή της Ιστορίας του΄74.

Θερσίτη μου,
πόσες διαψεύσεις ακόμα!
Σ΄ευχαριστώ πολύ που μου έστειλες τα "Απόρρητα Ντοκουμέντα" για το Φάκελο της Κύπρου της ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑΣ!
Άρχισα μελέτη...